Αγγλικά » Γερμανικά

I . fuck up χυδ αργκ ΡΉΜΑ μεταβ

1. fuck up (make a mess of):

to fuck up sth
etw versauen οικ

II . fuck up χυδ αργκ ΡΉΜΑ αμετάβ

Scheiß machen μειωτ χυδ
bau dieses Mal bitte keinen Scheiß μειωτ χυδ

ˈfuck-up ΟΥΣ no pl χυδ αργκ

1. fuck-up (mess):

Scheiße θηλ μειωτ χυδ

2. fuck-up (person):

Tollpatsch αρσ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

bau dieses Mal bitte keinen Scheiß μειωτ χυδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "fuck up" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文