Αγγλικά » Γερμανικά

first in, last ˈout ΟΥΣ, FILO

first in, last out Η/Υ
Filo-Methode θηλ
first in, last out ΤΕΧΝΟΛ, ΟΙΚΟΝ

last in, first ˈout ΟΥΣ

first-in, last-out ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ

Ειδικό λεξιλόγιο

last in, first out principle ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ

Ειδικό λεξιλόγιο

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Thus, they often speak of their role as first in last out.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "first in last out" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文