Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „VOC“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

VOC [ˌvi:əʊˈsi:, αμερικ -oʊ-] ΟΥΣ

VOC συντομογραφία: volatile organic compound

VOC

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "VOC" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文