Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „G P“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

G/P ΟΥΣ

Ειδικό λεξιλόγιο

G/P συντομογραφία: Going Public ΧΡΗΜΑΤΑΓ

G/P (an die Börse gehen)
G/P

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文