Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

stron στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για stron στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

2. strong (sturdy):

strong κυριολ fabric, rope, shoe, table
strong μτφ bond
to have a strong stomach οικ μτφ

6. strong (heartfelt):

strong προσδιορ desire, feeling

stron στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για stron στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski