Αγγλικά » Σλοβενικά

perm1 [pɜ:m] ΟΥΣ οικ

perm συντομογραφία: permanent wave:

trajna θηλ

Βλέπε και: permanent wave

per·ma·nent ˈwave ΟΥΣ

perm2 [pɜ:m] ΡΉΜΑ μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με permed

permed hair

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "permed" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina