I.throw [βρετ θrəʊ, αμερικ θroʊ] ΟΥΣ
II.throw <απλ παρελθ threw, μετ παρακειμ thrown> [βρετ θrəʊ, αμερικ θroʊ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. throw:
2. throw (direct) μτφ:
3. throw (disconcert):
- throw μτφ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.