serrée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για serrée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. serrer (maintenir vigoureusement) personne:

serrer la main de ou la pince οικ à qn

I.serré (serrée) [seʀe] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

serré → serrer

Βλέπε και: serrer

1. serrer (maintenir vigoureusement) personne:

serrer la main de ou la pince οικ à qn

serre-livres, serre-livre <πλ serre-livres> [sɛʀlivʀ] ΟΥΣ αρσ

serre-file <πλ serre-files> [sɛʀfil] ΟΥΣ αρσ

serre-joint <πλ serre-joints> [sɛʀʒwɛ̃] ΟΥΣ αρσ ΤΕΧΝΟΛ

serre-tête <πλ serre-têtes> [sɛʀtɛt] ΟΥΣ αρσ

Μεταφράσεις για serrée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

serrée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για serrée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

III.serrer [seʀe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα se serrer

serre-tête [sɛʀtɛt] ΟΥΣ αρσ αμετάβλ

Μεταφράσεις για serrée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
serre θηλ
serre θηλ
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "serrée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski