justifiées στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για justifiées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Βλέπε και: moyen, fin2, fin1

1. moyen (intermédiaire en dimension, poids):

of medium calibre βρετ après ουσ
le cours moyen d'un fleuve ΓΕΩΓΡ

1. moy|en (façon de procéder):

means ενικ (de faire of doing)
by hook or by crook οικ

3. moy|en (possibilité):

1. moyens (ressources financières):

avoir les moyens οικ

2. moyens (soutien matériel):

I had to go (there) under my own steam οικ

3. moyens (compétences):

1. moyenne (norme):

moyen français ΓΛΩΣΣ
means of transport βρετ
means of transportation αμερικ
moyen métrage ΚΙΝΗΜ
means of transport βρετ
means of transportation αμερικ

1. fin:

à la fin de
la fin du monde κυριολ, μτφ
à la fin
tu vas te taire à la fin! οικ
tu vas te taire à la fin! οικ
be quiet already! αμερικ οικ
tu m'ennuies à la fin! οικ
fin de siècle μειωτ

8. fin (subtil):

vraiment c'est fin! ειρων
that's really clever! ειρων
avoir l'air fin οικ
you look a sight in that hat! οικ

Μεταφράσεις για justifiées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
justify Η/Υ, ΤΥΠΟΓΡ margins
ses remarques étaient justifiées

justifiées στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για justifiées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για justifiées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

justifiées Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

justifiées Από το λεξιλόγιο «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski