Γαλλικά » Γερμανικά

équilibré(e) [ekilibʀe] ΕΠΊΘ

2. équilibré (stable):

Παραδειγματικές φράσεις με équilibrée

alimentation équilibrée

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "équilibrée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina