Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Kollegialität , unkollegial , Illegalität και kollegial

I . unkollegial ΕΠΊΘ

Kollegialität <-> [kɔlegjaliˈtɛːt] ΟΥΣ θηλ (kollegiale Einstellung)

II . kollegial [kɔleˈgjaːl] ΕΠΊΡΡ

Illegalität <-; χωρίς πλ> [ɪlegaliˈtɛt] ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina