Γερμανικά » Γαλλικά

berühmt [bəˈryːmt] ΕΠΊΘ

ιδιωτισμοί:

nicht gerade berühmt sein ειρων οικ
ne pas être fameux(-euse) οικ

berühmt-berüchtigt ΕΠΊΘ ειρων

fameux(-euse) πρόθεμα ειρων

Παραδειγματικές φράσεις με berühmten

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina