Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χρώμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χρώμα [ˈxrɔma] SUBST ουδ

2. χρώμα (προσώπου):

χρώμα
Gesichtsfarbe θηλ

3. χρώμα (καλλυντικό):

χρώμα
Schminke θηλ

4. χρώμα (συνδυασμός πόκερ):

χρώμα
Flush αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με χρώμα

χρώμα ουδ πυραζολόνης
χρώμα ουδ χρωμίου
χρώμα ουδ καζεΐνης
χρώμα ουδ δέρματος
Hautfarbe θηλ
χρώμα ουδ κινολίνης
Hautton αρσ
χωρίς χρώμα και μτφ
αλλάζω χρώμα
βασικό χρώμα
Grundfarbe θηλ
προτεύον χρώμα
γαιώδης χρώμα
Erdfarbe θηλ
τι χρώμα έχει το …;

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский