Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φαρμακείο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φαρμακείο [farmaˈciɔ] SUBST ουδ

φαρμακείο
Apotheke θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με φαρμακείο

το φαρμακείο είναι κλειστό
πήγα στο πιο κοντινό φαρμακείο και

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский