Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φάκελος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φάκελος [ˈfacɛlɔs] SUBST αρσ

1. φάκελος (για επιστολή):

φάκελος
Umschlag αρσ
αεροπορικός φάκελος
φάκελος με παράθυρο
Freiumschlag αρσ
φάκελος σακούλα
Versandtasche θηλ

2. φάκελος (σύνολο εγγράφων):

φάκελος
Akte θηλ

3. φάκελος (χαρτοφύλακας):

φάκελος
Ordner αρσ
Hängemappe θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με φάκελος

αεροπορικός φάκελος
φάκελος σακούλα
φόρεμα φάκελος
φούστα φάκελος
Wickelrock αρσ
φάκελος με παράθυρο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский