Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τροποποίηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τροποποίησ|η <-εις> [trɔpɔˈpiisi] SUBST θηλ

1. τροποποίηση (κάπως αλλαγή):

τροποποίηση
Änderung θηλ
τροποποίηση
Abänderung θηλ
τροποποίηση
Modifikation θηλ

2. τροποποίηση (μεταρρύθμιση):

τροποποίηση
Umgestaltung θηλ

3. τροποποίηση (ως κάτι κακό):

τροποποίηση
Manipulation θηλ
γενετική τροποποίηση

Παραδειγματικές φράσεις με τροποποίηση

τροποποίηση θηλ καταστατικού
γενετική τροποποίηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский