Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τηρώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τηρ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [tiˈrɔ] VERB μεταβ

1. τηρώ (κανόνες, νόμους, συμφωνία):

τηρώ

2. τηρώ (υπόσχεση, λόγο):

τηρώ

3. τηρώ (συνήθειες):

τηρώ

4. τηρώ (τάξη):

τηρώ

5. τηρώ (βιβλία):

τηρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский