Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σιωπή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σιωπή [siɔˈpi] SUBST θηλ

1. σιωπή (ανθρώπου):

σιωπή
Schweigen ουδ
σπάω τη σιωπή
Schweigerecht ουδ

2. σιωπή (σιγή):

σιωπή
Stille θηλ
σιωπή!

Παραδειγματικές φράσεις με σιωπή

σιωπή!
αμήχανη σιωπή
σπάω τη σιωπή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский