Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρεντίκολο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρεντίκολο [rɛnˈdikɔlɔ] SUBST ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ρεντίκολο

γίνομαι ρεντίκολο
κάνω κάποιον ρεντίκολο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский