Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρίγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρίγος [ˈriɣɔs] SUBST ουδ

1. ρίγος (από συγκίνηση):

ρίγος
Schauder αρσ
τον έπιασε ρίγος

2. ρίγος (πριν από πυρετό):

ρίγος

Παραδειγματικές φράσεις με ρίγος

τον έπιασε ρίγος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский