Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πρόσφυγας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πρόσφυγας (προσφυγίνα) [ˈprɔsfiɣas, prɔsfiˈɣina] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

πρόσφυγας (προσφυγίνα)
Flüchtling αρσ
οικονομικός πρόσφυγας
πολιτικός πρόσφυγας
πρόσφυγας λόγω πολέμου, πρόσφυγας του πολέμου

Παραδειγματικές φράσεις με πρόσφυγας

οικονομικός πρόσφυγας
πολιτικός πρόσφυγας
πρόσφυγας λόγω πολέμου, πρόσφυγας του πολέμου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский