Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προκηρύσσω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προκηρύ|σσω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [prɔciˈrisɔ] VERB μεταβ

1. προκηρύσσω (γνωστοποιώ επίσημα):

προκηρύσσω

2. προκηρύσσω (διαγωνισμό, εκλογές):

προκηρύσσω
προκηρύσσω διαγωνισμό

Παραδειγματικές φράσεις με προκηρύσσω

προκηρύσσω διαγωνισμό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский