Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πραγματική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πραγματική αξία
Realwert αρσ
πραγματική δουλεία
πραγματική μεταβλητή
reelle Variable θηλ
πραγματική πρόσοδος
πραγματική ρίζα
reelle Wurzel θηλ
πραγματική ανάπτυξη
Realwachstum ουδ
πραγματική οικονομία θηλ
(πραγματική) ολική ζημιά
πραγματική αγοραστική δύναμη
Realkaufkraft θηλ
πραγματική αγοραστική δύναμη
Realkaufkraft θηλ
(πραγματική) ολική ζημιά
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „πραγματική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

πραγματική αξία θηλ
πραγματική πλάνη θηλ
Istbesteuerung ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΟΙΚΟΝ
πραγματική φορολόγηση θηλ
Istabrechnung ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΟΙΚΟΝ
πραγματική εκκαθάριση θηλ
πραγματική περιουσία θηλ
πραγματική πλάνη θηλ
πραγματική δουλεία θηλ
Wirkleistung θηλ ΗΛΕΚ
πραγματική ισχύς θηλ
πραγματική de facto παρέμβαση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский