Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πορεία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πορεία [pɔˈria] SUBST θηλ

1. πορεία (περπάτημα):

πορεία
Marsch αρσ
Protestmarsch αρσ

2. πορεία (δρόμος, κατεύθυνση):

πορεία
Weg αρσ

3. πορεία (εξέλιξη διαδικασίας):

πορεία
Verlauf αρσ

4. πορεία (σταδιοδρομία):

5. πορεία ΝΑΥΣ:

πορεία
Kurs αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский