Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλοίο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πλοίο [ˈpliɔ] SUBST ουδ

πλοίο
Schiff ουδ
αλιευτικό πλοίο
Fischerboot ουδ
Landungsboot ουδ
Bohrschiff ουδ
εμπορικό πλοίο
Handelsschiff ουδ
επιβατικό πλοίο
πολεμικό πλοίο
Kriegsschiff ουδ
φορτηγό πλοίο
Frachtschiff ουδ
πλοίο με φτερωτή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский