Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πληγή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πληγή [pliˈji] SUBST θηλ

1. πληγή (τραύμα):

πληγή
Wunde θηλ

2. πληγή μτφ (συμφορά, ατυχία):

πληγή
Plage θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με πληγή

φυσώ την πληγή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский