Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πιωμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πιωμέν|ος <-η, -ο> [pçɔˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

πιωμένος
λίγο πιωμένος

Παραδειγματικές φράσεις με πιωμένος

λίγο πιωμένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский