Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περιπέτεια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περιπέτεια [pɛriˈpɛtia] SUBST θηλ

1. περιπέτεια (και ερωτική):

περιπέτεια
Abenteuer ουδ

2. περιπέτεια (βίωμα, περιστατικό):

περιπέτεια
Erlebnis ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με περιπέτεια

ερωτική περιπέτεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский