Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περιοδικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περιοδικ|ός <-ή, -ό> [pɛriɔðiˈkɔs] ΕΠΊΘ

περιοδικός

Παραδειγματικές φράσεις με περιοδικός

περιοδικός πίνακας αρσ στοιχείων
περιοδικός πίνακας στοιχείων
περιοδικός δεκαδικός αριθμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский