Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περιέργεια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περιέργεια [pɛriˈɛrjia] SUBST θηλ

περιέργεια
Neugier(de) θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με περιέργεια

σκάω από την περιέργεια
καίγομαι από περιέργεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский