Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παγετώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παγετώδ|ης <-ης, -ες> [pajɛˈtɔðis] ΕΠΊΘ

1. παγετώδης (καιρός):

παγετώδης

2. παγετώδης (των παγετώνων):

παγετώδης
παγετώδης εποχή
Eiszeit θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με παγετώδης

παγετώδης εποχή
Eiszeit θηλ
Eiszeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский