Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παν“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παν <παντός> [pan] SUBST ουδ

2. παν (το κυριότερο):

παν
Hauptsache θηλ
το παν είναι να

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский