Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πάμπολλοι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πάμπολλ|οι <-ες, -α> [ˈpambɔli] ΕΠΊΘ SUBST πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский