Ελληνικά » Γερμανικά

πάγος [ˈpaɣɔs] SUBST αρσ

1. πάγος:

πάγος
Eis ουδ
Steineis ουδ
fossiles Eis ουδ
επάκτιος πάγος
Küsteneis ουδ
Treibeis ουδ ενικ
ξηρός πάγος
Trockeneis ουδ
πυρήνας αρσ πάγου ΜΕΤΕΩΡ
Eiskern αρσ
Schelfeis ουδ

2. πάγος (παγωνιά):

πάγος
Frost αρσ

Άρειος Πάγος [ˈariɔs ˈpaɣɔs] SUBST αρσ

1. Άρειος Πάγος ΙΣΤΟΡΊΑ:

Areopag αρσ

2. Άρειος Πάγος (σήμερα):

Παραδειγματικές φράσεις με πάγος

επάκτιος πάγος
Küsteneis ουδ
ξηρός πάγος
Trockeneis ουδ
Steineis ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский