Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ουρά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ουρά [uˈra] SUBST θηλ

2. ουρά (ειδικά κομήτη):

ουρά
Schweif αρσ
ουρά σκόνης
Staubschweif αρσ
ουρά ιόντων
Ionenschweif αρσ

3. ουρά (αεροπλάνου):

ουρά
Heck ουδ
ουρά
Leitwerk ουδ
Rumpfleitwerk ουδ
ουρά σχήματος Τ
T-Leitwerk ουδ

4. ουρά (άκρη, τέλος):

ουρά
Ende ουδ

5. ουρά (σειρά ανθρώπων):

ουρά
Schlange θηλ
μπαίνω στην ουρά/κάνω ουρά

6. ουρά (αυτοκινήτων):

ουρά
Schlange θηλ
ουρά
Autoschlange θηλ

ούρα [ˈura] SUBST ουδ πλ

Urin αρσ ενικ
Harn αρσ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский