Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ομφαλός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ομφαλός [ɔɱfaˈlɔs] SUBST αρσ

1. ομφαλός (στο σώμα):

ομφαλός
Bauchnabel αρσ

2. ομφαλός μτφ (κέντρο):

ομφαλός
Nabel αρσ
ο ομφαλός της γης (Δελφοί)
Delphi ουδ ενικ
ο ομφαλός της γης (γενικότερα)
der Nabel αρσ der Welt

Παραδειγματικές φράσεις με ομφαλός

ο ομφαλός της γης (Δελφοί)
Delphi ουδ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский