Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νονός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νονός [nɔˈnɔs], νουνός [nuˈnɔs], νονά [nɔˈna], νουνά [nuˈna] SUBST αρσ/θηλ

1. νονός:

νονός
Pate αρσ (Patin) θηλ

2. νονός (σε σχέση προς το παιδί):

νονός
Patenonkel αρσ
νονός
Patentante θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский