Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μητρικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μητρικό φίλτρο
Mutterliebe θηλ
μητρικό γάλα
Muttermilch θηλ
μητρικό γάλα
Muttermilch θηλ
μητρικό διάλυμα
Mutterlösung θηλ
μητρικό πέτρωμα
Muttergestein ουδ
μητρικό κύτταρο ΓΕΝΕΤ
Mutterzelle θηλ
μητρικό μάγμα
Muttermagma ουδ
μητρικό ένστικτο
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „μητρικό“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

μητρικό γάλα ουδ
μητρικό μάγμα ουδ
μητρικό πέτρωμα ουδ
μητρικό κύτταρο ουδ
μητρικό νουκλίδιο ουδ
μητρικό ένστικτο ουδ
το μητρικό ένστικτο
μητρικό πιστωτικό ίδρυμα ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский