Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μάρκετινγκ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μάρκετινγκ [ˈmarcɛtiŋg] SUBST ουδ αμετάβλ

μάρκετινγκ
Marketing ουδ
άμεσο μάρκετινγκ
αγροτικό μάρκετινγκ
ειδικός αρσ σε θέματα μάρκετινγκ
ειδικός αρσ σε θέματα μάρκετινγκ

Παραδειγματικές φράσεις με μάρκετινγκ

αγροτικό μάρκετινγκ
άμεσο μάρκετινγκ
τμήμα μάρκετινγκ
ειδικός αρσ σε θέματα μάρκετινγκ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский