Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λευκή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λεύκα [ˈlɛfka], λεύκη [ˈlɛfci] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με λευκή

λευκή απεργία
λευκή αποχή
Sit-in ουδ
Weißbuch ουδ
λευκή σημαία
weiße Fahne θηλ
λευκή ψήφος
φαιά/λευκή ουσία ΑΝΑΤ
Weißwal αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский