Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κυρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κυρία [ciˈria] SUBST θηλ

1. κυρία:

κυρία
Dame θηλ
πρώτη κυρία
First Lady θηλ
η κυρία του σπιτιού
die Dame θηλ des Hauses

2. κυρία (πριν από όνομα):

κυρία Χ
Frau X

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский