Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κίνδυνος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κίνδυνος [ˈcinðinɔs] SUBST αρσ

3. κίνδυνος (ενδεχόμενη μειονεκτικότητα: για την υγεία κτλ):

κίνδυνος
Risiko ουδ
κίνδυνος ακτινοβολίας
επαγγελματικός κίνδυνος
επενδυτικός κίνδυνος
κίνδυνος μόλυνσης
κίνδυνος για την υγεία
εκτιμώμενος κίνδυνος

4. κίνδυνος (ανάγκη):

κίνδυνος
Not θηλ
Notsignal ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με κίνδυνος

κίνδυνος αρσ ηλεκτροπληξίας
κίνδυνος αρσ ευθύνης
κίνδυνος αρσ εγγύησης
κίνδυνος αρσ απόδρασης
άμεσος κίνδυνος
δημόσιος κίνδυνος
επικείμενος κίνδυνος
κοινός κίνδυνος
παρών κίνδυνος
κίνδυνος ακτινοβολίας
επενδυτικός κίνδυνος
κίνδυνος μόλυνσης
εκτιμώμενος κίνδυνος
επιτοκιακός κίνδυνος
Zinsgefahr θηλ
βιομηχανικός κίνδυνος
Industriegefahren θηλ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский