Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κέικ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κέικ [ˈcɛik] SUBST ουδ αμετάβλ

κέικ
Kuchen αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κέικ

Kuchenform θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский