Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θόρυβος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θόρυβος [ˈθɔrivɔs] SUBST αρσ

1. θόρυβος (φασαρία):

θόρυβος
Lärm αρσ

2. θόρυβος:

θόρυβος ΗΛΕΚ, ΦΥΣ, ΜΑΘ
Rauschen ουδ
θόρυβος βάθους
Grundrauschen ουδ
γαλαξιακός θόρυβος
τυχαίος θόρυβος ΦΥΣ
Rauschpegel αρσ

3. θόρυβος μτφ (γενική συζήτηση):

θόρυβος
Aufsehen ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με θόρυβος

θόρυβος βάθους
γαλαξιακός θόρυβος
τυχαίος θόρυβος ΦΥΣ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский