Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θέλημά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θέλημα [ˈθɛlima] SUBST ουδ

1. θέλημα (θέληση):

Wille αρσ

2. θέλημα (συγκατάθεση):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский