Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζεστασιά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζεστασιά [zɛstaˈsça] SUBST θηλ

1. ζεστασιά (ευχάριστη ζέστη):

ζεστασιά

2. ζεστασιά (ευχάριστο αίσθημα σε ορισμένο περιβάλλον):

ζεστασιά
Behaglichkeit θηλ

3. ζεστασιά (εγκαρδιότητα):

ζεστασιά
Herzlichkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский