Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ενεργό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενεργό κεφάλαιο
aktives Kapital ουδ
ενεργό υλικό ΦΥΣ
aktives Material ουδ
ενεργό κεφάλαιο
aktives Kapital ουδ
ενεργό εύρος ζώνης
ενεργό/παθητικό φίλτρο ΗΛΕΚ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ενεργό“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский