Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εθνότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εθνότητα [ɛθˈnɔtita] SUBST θηλ

1. εθνότητα (έθνος):

εθνότητα
Nation θηλ

2. εθνότητα (ομάδα ενός έθνους):

εθνότητα
Volksgruppe θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский