Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: εθνικιστής , εθνικιστικός , εθνικότητα και εθνικισμός

εθνικιστής (εθνικίστρια) [ɛθnicisˈtis, ɛθniˈcistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

εθνικιστής (εθνικίστρια)
Nationalist(in) αρσ (θηλ)

εθνικιστικ|ός <-ή, -ό> [ɛθnicistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

εθνικισμός [ɛθnicizˈmɔs] SUBST αρσ

εθνικότητα [ɛθniˈkɔtita] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский