Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εγκεφαλικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εγκεφαλικ|ός <-ή, -ό> [ɛɲɟɛfaliˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. εγκεφαλικός (του εγκεφάλου):

εγκεφαλικός
Gehirn-, Hirn-
Hirnnerv αρσ

2. εγκεφαλικός (ψυχρά λογικός):

εγκεφαλικός
rational, Vernunft-

Παραδειγματικές φράσεις με εγκεφαλικός

εγκεφαλικός θάνατος
Hirntod αρσ
εγκεφαλικός φλοιός
Hirnrinde θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский